- ἑκατοντορόγυιος
- ἑκᾰτοντορόγυιος ?1 one hundred fathoms tall ἑκατοντορόγυιον ἀνδριάντα (sequ. ἀφοὗ τῆς κινησέως τῶν ποδῶν τὸν Νεῖλον πλημμυρεῖν. Σ Arat. Phaen. 283: -ορόγυιον Bergk, -όργυιον codd.: δαίμονα pro ἀνδριάντα coni. Wil., cll. Philostr., Ap. Tyan. 6. 26) fr. 282.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.